Σάββατο 31 Αυγούστου 2013

Η ΑΜΟΡΦΗ ΚΑΙ ΤΑ ΤΕΡΑΤΑ

Στο πάτημα των ξερών φύλλων ήξερε πια πως ήταν αδύνατον να κρυφτεί -όσο σκοτεινά και αν ήταν. Στο κάτω κάτω με τόση μαυρίλα τριγύρω δεν ήξερε και πού πήγαινε-παρόλο που κάποτε δήλωνε λύκος. Είναι δύσκολο να παραδέχεσαι πως δεν ξέρεις πού πας, ειδικά όταν σε κυνηγούν οι εαυτοί σου. Βέβαια μπορείς να τους αφήσεις να σε φάνε, αφού όμως έχεις την επιλογή να ξεφύγεις , γιατί να μην το κάνεις.. Εκείνη συνέχισε να τρέχει και να προσπαθεί , πατώντας πάνω στα διαμάντια της ρουφιανιάς , ξερνώντας τα τέρατά της και κάνοντας τη διαφυγή της ξεχασμένο βαρέλι κρασιού στο αμπαρωμένο κελάρι. Στο πέρασμά της από τη σπηλιά της μάγισσας, σκόνταψε πάνω στη σκούπα και έπεσε με τα μούτρα στο φαράσι. "Καταραμένη μάγισσα νόμιζα πως έχεις τη σκούπα για να ταξιδεύεις και να πετάς στα σύννεφα και 'συ σκουπίζεις στο δάσος λες και θα σου 'ρθουν καλεσμένοι; Μήπως έφτιαξες και πίτα με αυγά σαύρας; Μη σου κακοφαίνεται! Τα κάνετε κάτι τέτοια εσείς οι ΜΑΓΙΣΣΕΣ" 
Χάνοντας πολύτιμο χρόνο τώρα πια αισθανόταν τα τέρατά της να πλησιάζουν απειλητικά. "Καταραμένη μάγισσα κάνε ένα ξόρκι να εξαφανισθούν" ! Μα εκείνη τόσο νέα και όμορφη μέσα στα χρόνια ,γυαλίζοντας τις κατσαρόλες και τις κουτάλες που ανακάτευε τον έρωτα ,σκέφτηκε μέσα της πως αυτό δεν είναι δουλειά του διαβόλου, να εξαφανίζει δηλαδή τέρατα".
Προσπαθούσε ξανά και ξανά και βρέθηκε κοντά στη λίμνη του αρχέγονου ενστίκτου και κει, το τελευταίο τέρας που έμενε μέσα της ,την εγκατέλειψε και άρχισε να την κυνηγάει. Χωρίς το φόβο, αυτό το τέρας που κατοικούσε μέσα της πριν την κυριεύσει ακόμα και η ίδια η αντίληψη, κατάλαβε πως άδικα ματώνει τα πόδια της πατώντας στα αγκάθια του φαίνεσθαι. Μουδιασμένη σταμάτησε να τρέχει και αποφάσισε να πλυθεί στη λίμνη του αρχέγονου ενστίκτου.
 Μα πόση μοναξιά...Τα τέρατά της τώρα χτένιζαν τα μαλλιά τους στην αντανάκλαση της λίμνης ενώ αυτή κολυμπούσε ...Αισθανόταν μόνη και άδεια και σκέφτηκε ν παίξει ένα τελευταίο παιχνίδι μαζί τους.  Άλλωστε αυτή δε μπορούσε να κοιταχτεί στη λίμνη γιατί δε φοβόταν τί θα αντικρύσει ,ούτε πονούσε ,ούτε αγαπούσε, ούτε θυμόταν μα ούτε ένιωθε! Τους έγνεψε συγκαταβατικά ,φόρεσε το νυφικό της και όσο τα σάλια έτρεχαν από τα πεινασμένα σαγόνια τους ,ένιωσε μια περίεργη ανακούφιση που θα την καταβρόχθιζαν.Περίεργο!
Μα πόσο γρήγορα ξημέρωσε!Νομίζω η μάγισσα τέτοια ώρα πέφτει για ύπνο.


Σα να΄χε βρει ξανά τον εαυτό της..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου